Izvor στα ελληνικά

Μετάφραση: izvor, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βρύση, νάρκη, πόροι, εκλεκτός, επιλογή, πηγή, μεταλλείο, γνήσιος, αυθεντικός, πηγής, κώδικα, προέλευσης, πηγές
Izvor στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • izvodljiv στα ελληνικά - πρακτικός, εφικτός, εφικτό, εφικτή, είναι εφικτό, εφικτές
  • izvojevati στα ελληνικά - κατακτώ, νίκη, Κέρδισε, Win, Κέρδισε τις, κερδίζει
  • izvorima στα ελληνικά - πηγή, βρύση, πηγές, πηγών, τις πηγές, των πηγών
  • izvorni στα ελληνικά - πρώτος, πρωταρχικός, πηγή, πηγής, κώδικα, προέλευσης, πηγές
Τυχαίες λέξεις
Izvor στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βρύση, νάρκη, πόροι, εκλεκτός, επιλογή, πηγή, μεταλλείο, γνήσιος, αυθεντικός, πηγής, κώδικα, προέλευσης, πηγές