Πόροι στα κροατικά

Μετάφραση: πόροι, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
okretnost, sredstvo, resurs, izvor, spretnost, sredstva, resursi, resursa, resurse, izvori
Πόροι στα κροατικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πόροι

πόροι ή περί προσόδων, πόροι και ικανότητες apivita, πόροι στα πόδια, πόροι συστήματος, πόροι επιτροπής κεφαλαιαγοράς, πόροι λεξικό γλώσσας κροατικά, πόροι στα κροατικά

Μεταφράσεις

  • πόρθηση στα κροατικά - osvajanja, pobjeda, osvajanje, porthisi
  • πόρνη στα κροατικά - kiseo, djevojčura, opor, kolač, kurva, kurvo, kurvu, ...
  • πόρος στα κροατικά - rupica, pora, razmišljati, resurs, izvor, resursa, resursima, ...
  • πόρπη στα κροατικά - striženje, nakit, spojnica, šišanje, broš, odsjeći, karika, ...
Τυχαίες λέξεις
Πόροι στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: okretnost, sredstvo, resurs, izvor, spretnost, sredstva, resursi, resursa, resurse, izvori