Mamiti στα ελληνικά
Μετάφραση: mamiti, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έλκω, τραβώ, δελεάζω, κουνώ, κρεμιέμαι, επισύρω, προσελκύω, δέλεαρ, θέλγητρο, δόλωμα, γοητεία, δολώματος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- mamac στα ελληνικά - δόλωμα, δελεάζω, κράχτης, δολώματος, δολώματα, δολωμάτων, το δόλωμα
- mamica στα ελληνικά - μάνα, μαμά, μούμια, τη μαμά, η μαμά, Mommy, της μαμάς
- mamljenje στα ελληνικά - δελεασμός, δέλεαρ, αποπλάνηση, δελεασμό, δελεαστικά
- mamuran στα ελληνικά - μαχμουρλής, νυσταγμένος, μισοκοιμισμένος, υπνηλία, υπνηλίας, προκαλεί υπνηλία, νυσταγμένοι
Τυχαίες λέξεις
Mamiti στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έλκω, τραβώ, δελεάζω, κουνώ, κρεμιέμαι, επισύρω, προσελκύω, δέλεαρ, θέλγητρο, δόλωμα, γοητεία, δολώματος
Μεταφράσεις: έλκω, τραβώ, δελεάζω, κουνώ, κρεμιέμαι, επισύρω, προσελκύω, δέλεαρ, θέλγητρο, δόλωμα, γοητεία, δολώματος