Nadležna στα ελληνικά
Μετάφραση: nadležna, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κατάλληλος, σφετερίζομαι, οικειοποιούμαι, αρμόδιος, αρμόδιες, αρμόδια, αρμόδιων, αρμόδιο
Μεταφράσεις
- nadjev στα ελληνικά - γέμισμα, κιμάς, κρέμα, σφράγισμα, χορταστικός, επικάλυψη, συμπλήρωση, ...
- nadleštvo στα ελληνικά - θώκος, γραφείο, Office, γραφείου, γραφείων, τελωνείο
- nadležnim στα ελληνικά - σχετικός, αρμόδιος, αρμόδιες, αρμόδια, αρμόδιων, αρμόδιο
- nadležnosti στα ελληνικά - αρμοδιότητα, δικαιοδοσία, δικαιοδοσίας, διεθνή δικαιοδοσία, τη δικαιοδοσία
Τυχαίες λέξεις
Nadležna στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κατάλληλος, σφετερίζομαι, οικειοποιούμαι, αρμόδιος, αρμόδιες, αρμόδια, αρμόδιων, αρμόδιο
Μεταφράσεις: κατάλληλος, σφετερίζομαι, οικειοποιούμαι, αρμόδιος, αρμόδιες, αρμόδια, αρμόδιων, αρμόδιο