Οικειοποιούμαι στα κροατικά

Μετάφραση: οικειοποιούμαι, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
prigodnih, opredijeliti, prikladno, nadležna, oikeiopoioumai
Οικειοποιούμαι στα κροατικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: οικειοποιούμαι

οικειοποιούμαι αντωνυμα, οικειοποιούμαι συνώνυμο, οικειοποιούμαι στα αγγλικα, οικειοποιούμαι συνωνυμα, οικειοποιούμαι αντωνυμο, οικειοποιούμαι λεξικό γλώσσας κροατικά, οικειοποιούμαι στα κροατικά

Μεταφράσεις

  • οθόνη στα κροατικά - nadzorni, prikaza, starješina, prikaz, otkriti, pratiti, monitora, ...
  • οικείος στα κροατικά - intiman, prisan, povjerljiv, nagovijestiti, upoznat, upoznati, poznato, ...
  • οικειότητα στα κροατικά - upoznatost, intimnost, intimnosti, prisnost, prisnosti, intimu
  • οικιακός στα κροατικά - posluga, unutarnji, domaćem, domaća, domaće, domaćinstvo, kućni, ...
Τυχαίες λέξεις
Οικειοποιούμαι στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: prigodnih, opredijeliti, prikladno, nadležna, oikeiopoioumai