Naprezanje στα ελληνικά
Μετάφραση: naprezanje, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξαναγκασμός, άγχος, αγώνας, τόνος, τονίζω, συστολή, στρες, αγωνίζομαι, ένταση, γένος, τάση, στέλεχος, στελέχους
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- napredovati στα ελληνικά - ευημερώ, ευημερία, προχωρώ, προβαίνω, προκαταβάλλω, ευδοκιμώ, προκόβω, ...
- napregnut στα ελληνικά - τεντωμένος, τραβηγμένη, παρατραβηγμένη, τραβηγμένο, παρατραβηγμένο, εξεζητημένη
- naprijed στα ελληνικά - προτού, πριν, προς τα εμπρός, εμπρός, μπροστά, τα εμπρός, υποβάλει
- naprslina στα ελληνικά - σχισμή, ρωγμή, ρωγμής, κρακ, ρωγμών, crack
Τυχαίες λέξεις
Naprezanje στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξαναγκασμός, άγχος, αγώνας, τόνος, τονίζω, συστολή, στρες, αγωνίζομαι, ένταση, γένος, τάση, στέλεχος, στελέχους
Μεταφράσεις: εξαναγκασμός, άγχος, αγώνας, τόνος, τονίζω, συστολή, στρες, αγωνίζομαι, ένταση, γένος, τάση, στέλεχος, στελέχους