Okružiti στα ελληνικά

Μετάφραση: okružiti, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πλαισίωση, πλαισιώνω, περικυκλώνω, surround, περιβάλλοντος, περιβάλλοντα, περιβάλλουν, περιβάλλοντος ήχου
Okružiti στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • okrutnost στα ελληνικά - κτηνωδία, σκληρότητα, σκληρότητας, τη σκληρότητα, βαναυσότητα, αγριότητα
  • okruženje στα ελληνικά - περίχωρα, περιβάλλον, το περιβάλλον, του περιβάλλοντος, περιβάλλοντος
  • okružni στα ελληνικά - περιοχή, συνοικία, περιφέρεια, περιοχής, διαμέρισμα
  • okrvavljen στα ελληνικά - ensanguined
Τυχαίες λέξεις
Okružiti στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πλαισίωση, πλαισιώνω, περικυκλώνω, surround, περιβάλλοντος, περιβάλλοντα, περιβάλλουν, περιβάλλοντος ήχου