Piskati στα ελληνικά
Μετάφραση: piskati, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαπεραστικός, διαπεραστικό, διαπεραστική, διαπεραστικές, διάτορος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- djelatan στα ελληνικά - αποτελεσματικός, εφαρμόσιμη, εφαρμόσιμο, λειτουργική, εφαρμόσιμες, λειτουργικό
- nadgradnja στα ελληνικά - υπερκατασκευή, εκδρομή, εποικοδόμημα, υπερκατασκευής, ανωδομής, υπερδομή
- nečasnost στα ελληνικά - ατιμία, ανεντιμότητα, ανειλικρίνεια, ανεντιμότητας, την ατιμία
- ostvariv στα ελληνικά - κατορθώνω, επιτεύξιμο, επιτεύξιμη, εφικτό, εφικτοί, να επιτευχθεί
Τυχαίες λέξεις
Piskati στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαπεραστικός, διαπεραστικό, διαπεραστική, διαπεραστικές, διάτορος
Μεταφράσεις: διαπεραστικός, διαπεραστικό, διαπεραστική, διαπεραστικές, διάτορος