Reducirati στα ελληνικά
Μετάφραση: reducirati, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ελαττώνω, μειώνω, περιορίζω, μειωμένος, μειωμένη, μειώνεται, μειωθεί, μειωμένο
Μεταφράσεις
- bubati στα ελληνικά - con
- larva στα ελληνικά - κάμπια, προνύμφη, προνύμφης, προνύμφες, νύμφη
- marljiv στα ελληνικά - έντονος, εργατικός, προς, επίπονος, ενδελεχής, απασχολημένος, κοπιαστικός, ...
- neprijateljska στα ελληνικά - εχθρός, εχθρικός, εχθρικό, εχθρική, εχθρικές, εχθρικά
Τυχαίες λέξεις
Reducirati στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ελαττώνω, μειώνω, περιορίζω, μειωμένος, μειωμένη, μειώνεται, μειωθεί, μειωμένο
Μεταφράσεις: ελαττώνω, μειώνω, περιορίζω, μειωμένος, μειωμένη, μειώνεται, μειωθεί, μειωμένο