Ruo στα ελληνικά

Μετάφραση: ruo, Λεξικό: λατινικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
λατινικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκπίπτω, πέφτω, πτώση
Ruo στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • rumor στα ελληνικά - διάδοση
  • rumpo στα ελληνικά - παραβαίνω, παραβιάζω, αθετώ, θρυμματίζω, θρυμματίζομαι
  • rursus στα ελληνικά - πάλι, ξανά
  • rus στα ελληνικά - εξοχή
Τυχαίες λέξεις
Ruo στα ελληνικά - Λεξικό: λατινικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκπίπτω, πέφτω, πτώση