Vulnero στα ελληνικά

Μετάφραση: vulnero, Λεξικό: λατινικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
λατινικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πληγώνω, πονώ, βλάπτω, τραυματίζω, βλάβη, χτυπώ
Vulnero στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • vox στα ελληνικά - λέξη, φωνή, εκφράζω
  • vulgus στα ελληνικά - όχλος, πλήθος, συμμορία
  • vulnus στα ελληνικά - τραυματισμός, τραυματίζω, λαβώνω, τραύμα
  • vulpes στα ελληνικά - αλεπού
Τυχαίες λέξεις
Vulnero στα ελληνικά - Λεξικό: λατινικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πληγώνω, πονώ, βλάπτω, τραυματίζω, βλάβη, χτυπώ