Atļauja στα ελληνικά

Μετάφραση: atļauja, Λεξικό: λετονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
λετονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επιτρέπω, άδεια, εξουσιοδότηση, άδειας, έγκριση, αδείας
Atļauja στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • atzīties στα ελληνικά - καταδότης, εξομολογώ, διακηρύσσω, ομολογώ, ομολογήσω, ομολογήσει, ομολογούμε, ...
  • atzīšanās στα ελληνικά - εξομολόγηση, ομολογία, ομολογίας, την ομολογία, εξομολόγησης
  • atņemt στα ελληνικά - εκπίπτω, αφαιρώ, αφαιρέσετε, αφαιρέσουμε, αφαιρούν, να αφαιρέσετε
  • atšķirt στα ελληνικά - διαιρώ, χωρίζω, χωριστός, ιδιαίτερος, ξεχωριστός, μοιράζω, διχάζω, ...
Τυχαίες λέξεις
Atļauja στα ελληνικά - Λεξικό: λετονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επιτρέπω, άδεια, εξουσιοδότηση, άδειας, έγκριση, αδείας