Atšķirt στα ελληνικά

Μετάφραση: atšķirt, Λεξικό: λετονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
λετονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαιρώ, χωρίζω, χωριστός, ιδιαίτερος, ξεχωριστός, μοιράζω, διχάζω, μοίρα, διχοτομία, διάκριση, διακρίνουν, διακρίνει, διακρίνουμε, γίνει διάκριση
Atšķirt στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • atļauja στα ελληνικά - επιτρέπω, άδεια, εξουσιοδότηση, άδειας, έγκριση, αδείας
  • atņemt στα ελληνικά - εκπίπτω, αφαιρώ, αφαιρέσετε, αφαιρέσουμε, αφαιρούν, να αφαιρέσετε
  • atšķirība στα ελληνικά - διαφορά, διαφοράς, διαφορετική, διαφορές, τη διαφορά
  • atšķirīgs στα ελληνικά - διαφορετικός, διαφορετικές, διαφορετικά, διαφορετική, διαφορετικών
Τυχαίες λέξεις
Atšķirt στα ελληνικά - Λεξικό: λετονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαιρώ, χωρίζω, χωριστός, ιδιαίτερος, ξεχωριστός, μοιράζω, διχάζω, μοίρα, διχοτομία, διάκριση, διακρίνουν, διακρίνει, διακρίνουμε, γίνει διάκριση