Vienlīdzība στα ελληνικά
Μετάφραση: vienlīdzība, Λεξικό: λετονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
λετονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξίσωση, ισοτιμία, ισότητα, ισότητας, την ισότητα, της ισότητας, ισότητα των
Μεταφράσεις
- vienkāršs στα ελληνικά - σκέτος, σκέτο, φαινομενικός, πεδιάδα, κάμπος, εναργής, στοιχειώδης, ...
- vienkāršība στα ελληνικά - απλότητα, απλότητας, την απλότητα, απλούστευσης, η απλότητα
- vienmēr στα ελληνικά - πάντα, πάντοτε, πάντα να, είναι πάντα, διαρκώς
- vienošanās στα ελληνικά - προσβάλλομαι, συστέλλομαι, συμβόλαιο, κατανόηση, συμφωνία, σύμβαση, συμφωνίας, ...
Τυχαίες λέξεις
Vienlīdzība στα ελληνικά - Λεξικό: λετονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξίσωση, ισοτιμία, ισότητα, ισότητας, την ισότητα, της ισότητας, ισότητα των
Μεταφράσεις: εξίσωση, ισοτιμία, ισότητα, ισότητας, την ισότητα, της ισότητας, ισότητα των