Асачыць στα ελληνικά

Μετάφραση: асачыць, Λεξικό: λευκορωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
λευκορωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λιμάνι, άμαξα, βαγόνι, αριστερός, χαρτόσημα, φωλιάζω, γραμματόσημο, φυγαδεύω, εντοπίσουμε, εντοπίσει, εντοπίσουν, εντοπίσει τους, παρακολουθήσετε
Асачыць στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • арэх στα ελληνικά - παξιμάδι, καρύδι, περικόχλιο, περικοχλίου, παξιμαδιού
  • аса στα ελληνικά - σφήκα, σφήκας, σφηκών, wasp, σφήκες
  • астача στα ελληνικά - υπόλοιπος, ησυχασμός, κατάλοιπο, πλάστιγγα, ισορροπία, ξεκουράζομαι, ζυγαριά, ...
  • асёл στα ελληνικά - βλάκας, γάιδαρος, κώλος, κώλο, τον κώλο, γάιδαρο
Τυχαίες λέξεις
Асачыць στα ελληνικά - Λεξικό: λευκορωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λιμάνι, άμαξα, βαγόνι, αριστερός, χαρτόσημα, φωλιάζω, γραμματόσημο, φυγαδεύω, εντοπίσουμε, εντοπίσει, εντοπίσουν, εντοπίσει τους, παρακολουθήσετε