Дзевяць στα ελληνικά
Μετάφραση: дзевяць, Λεξικό: λευκορωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
λευκορωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καινούριος, εννέα, νέος, εννιά, των εννέα, από εννέα
Μεταφράσεις
- дачка στα ελληνικά - αστοχώ, κόρη, πουλί, χάνω, φούστα, δεσποινίς, κορίτσι, ...
- двор στα ελληνικά - αυλή, ερωτοτροπώ, δικαστήριο, προαύλιο, ναυπηγείο, κήπου, ναυπηγείου, ...
- дзень στα ελληνικά - φωτίζω, ανάβω, μέρα, ξανθός, φωτερός, ημέρα, την ημέρα, ...
- дзьверы στα ελληνικά - πύλη, πόρτα, αυλόπορτα, θύρα, πόρτες, θύρες, θυρών, ...
Τυχαίες λέξεις
Дзевяць στα ελληνικά - Λεξικό: λευκορωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καινούριος, εννέα, νέος, εννιά, των εννέα, από εννέα
Μεταφράσεις: καινούριος, εννέα, νέος, εννιά, των εννέα, από εννέα