Харчаванне στα ελληνικά
Μετάφραση: харчаванне, Λεξικό: λευκορωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
λευκορωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξακολουθώ, φαγητό, στήριγμα, κατακρατώ, θρέψη, απασχόληση, συμπαράσταση, κρατώ, βοήθεια, υποστήριγμα, τροφή, ραφή, διατροφή, διατροφής, διατροφή των
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- хадзiць στα ελληνικά - κίνηση, ταξιδεύω, ατραξιόν, περπατώ, ρέω, πηγαίνω, εργάζομαι, ...
- харч στα ελληνικά - βοήθεια, στήριγμα, κατακρατώ, συμπαράσταση, εξακολουθώ, υποστήριγμα, θρέψη, ...
- харчы στα ελληνικά - βοήθεια, υποστήριγμα, απασχόληση, τροφή, ραφή, κατακρατώ, φαγητό, ...
- хацець στα ελληνικά - καημός, έλλειψη, αρέσω, επιθυμία, βούληση, διαθήκη, ανάγκη, ...
Τυχαίες λέξεις
Харчаванне στα ελληνικά - Λεξικό: λευκορωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξακολουθώ, φαγητό, στήριγμα, κατακρατώ, θρέψη, απασχόληση, συμπαράσταση, κρατώ, βοήθεια, υποστήριγμα, τροφή, ραφή, διατροφή, διατροφής, διατροφή των
Μεταφράσεις: εξακολουθώ, φαγητό, στήριγμα, κατακρατώ, θρέψη, απασχόληση, συμπαράσταση, κρατώ, βοήθεια, υποστήριγμα, τροφή, ραφή, διατροφή, διατροφής, διατροφή των