Κατακρατώ στα λευκορωσικά
Μετάφραση: κατακρατώ, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
страва, гадаваць, спажытак, харчы, харч, спажыва, харчаванне, пажытак, ежа, трымаць, ўтрымліваць, утрымліваць, стрымліваць
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατακρατώ
κατακρατώ λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, κατακρατώ στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- κατακλύζω στα λευκορωσικά - душыць, падаўляць, прыгнятаць
- κατακρίνω στα λευκορωσικά - ганіць, дакараць, крытыкаваць, мяне дакараць, гудзіць
- κατακραυγή στα λευκορωσικά - пратэст
- κατακτητής στα λευκορωσικά - заваёўнік
Τυχαίες λέξεις
Κατακρατώ στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: страва, гадаваць, спажытак, харчы, харч, спажыва, харчаванне, пажытак, ежа, трымаць, ўтрымліваць, утрымліваць, стрымліваць
Μεταφράσεις: страва, гадаваць, спажытак, харчы, харч, спажыва, харчаванне, пажытак, ежа, трымаць, ўтрымліваць, утрымліваць, стрымліваць