Dėkoti στα ελληνικά
Μετάφραση: dėkoti, Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
λιθουανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ευχαριστώ, ευχαριστήσω, ευχαριστήσω τον, ευχαριστούμε, ευχαριστήσουμε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dėdienė στα ελληνικά - θεία, η θεία, τη θεία, θείας, της θείας
- dėdė στα ελληνικά - θείος, θείο, ο θείος, θείου, το θείο
- dėl στα ελληνικά - για, ανησυχία, προβληματισμός, ενδιαφέρον, για την, για τη, για το, ...
- dėlė στα ελληνικά - βδέλλα, βδέλλας, άθεο, βδέλλες, leech
Τυχαίες λέξεις
Dėkoti στα ελληνικά - Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ευχαριστώ, ευχαριστήσω, ευχαριστήσω τον, ευχαριστούμε, ευχαριστήσουμε
Μεταφράσεις: ευχαριστώ, ευχαριστήσω, ευχαριστήσω τον, ευχαριστούμε, ευχαριστήσουμε