Aktverdig στα ελληνικά
Μετάφραση: aktverdig, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έντιμος, άξιος, ευυπόληπτος, αξιόπιστη, αξιόπιστες, αξιόπιστους, έγκριτο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aktor στα ελληνικά - κατήγορος, εισαγγελέα, εισαγγελέας, εισαγγελικής αρχής, εισαγγελέας του
- aktuell στα ελληνικά - ρεύμα, τωρινός, τοπικός, τοπική, τοπικής, επίκαιρο, επίκαιρα
- akustikk στα ελληνικά - ακουστική, ακουστικής, την ακουστική, ακουστική του, της ακουστικής
- akustisk στα ελληνικά - ηχητικός, ακουστικός, ακουστική, ακουστικό, ακουστικών, ακουστικά
Τυχαίες λέξεις
Aktverdig στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έντιμος, άξιος, ευυπόληπτος, αξιόπιστη, αξιόπιστες, αξιόπιστους, έγκριτο
Μεταφράσεις: έντιμος, άξιος, ευυπόληπτος, αξιόπιστη, αξιόπιστες, αξιόπιστους, έγκριτο