Bite στα ελληνικά

Μετάφραση: bite, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δαγκώνω, δάγκωμα, τσίμπημα, δαγκώσει, δαγκώνουν, δαγκώσουν, να δαγκώσει
Bite στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bissel στα ελληνικά - χαλιναγωγώ, φίμωτρο, χαλινώνω, χαλινάρι, χαλινάρια, χαλινού, χαλινός, ...
  • bister στα ελληνικά - αυστηρός, άγριος, μανιασμένος, σκληρός, ανελέητος, ancho
  • bitende στα ελληνικά - δηκτικός, καυστική, τραυματίζοντας, δηκτική, καυστικές
  • bitt στα ελληνικά - τσίμπημα, δαγκώνω, δάγκωμα, δαγκώσει, δαγκώνουν, δαγκώσουν, να δαγκώσει
Τυχαίες λέξεις
Bite στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δαγκώνω, δάγκωμα, τσίμπημα, δαγκώσει, δαγκώνουν, δαγκώσουν, να δαγκώσει