Bitterhet στα ελληνικά

Μετάφραση: bitterhet, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στυφότητα, πικρός, πικράδα, δριμύς, δριμύτητα, οξύτητα, πίκρα, πικρία, πικρίας, πικρότητα
Bitterhet στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bitt στα ελληνικά - τσίμπημα, δαγκώνω, δάγκωμα, δαγκώσει, δαγκώνουν, δαγκώσουν, να δαγκώσει
  • bitter στα ελληνικά - φαρμακερός, πικρός, δριμύς, πικρή, πικρό, πικρές, πικρά
  • bjeffe στα ελληνικά - φλοιός, φλυαρώ, γάβγισμα, γαυγίζω, Yap, Γιαπ
  • bjelke στα ελληνικά - αχτίδα, δοκός, καδρόνι, ακτίνα, δέσμη, δέσμης, δοκού
Τυχαίες λέξεις
Bitterhet στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στυφότητα, πικρός, πικράδα, δριμύς, δριμύτητα, οξύτητα, πίκρα, πικρία, πικρίας, πικρότητα