Bruddstykke στα ελληνικά
Μετάφραση: bruddstykke, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θραύσμα, κομματάκι, αποσπασματικός, αποσπασματική, τμηματική, αποσπασματικά, αποσπασματικές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bru στα ελληνικά - γεφυρώνω, γέφυρα, BRU, ΒΚΙΙ
- brudd στα ελληνικά - διχοτομία, κάταγμα, σπάσιμο, σπάζω, αντεπίθεση, θραύση, κλάσμα, ...
- bruk στα ελληνικά - χρήση, έθιμο, χρησιμοποιώ, χρήσης, τη χρήση, χρησιμοποίηση, η χρήση
- brukbar στα ελληνικά - χρήσιμος, αξιοποιήσιμες, χρησιμοποιήσιμη, ωφέλιμο, χρησιμοποιήσιμης, χρησιμοποιήσιμα
Τυχαίες λέξεις
Bruddstykke στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θραύσμα, κομματάκι, αποσπασματικός, αποσπασματική, τμηματική, αποσπασματικά, αποσπασματικές
Μεταφράσεις: θραύσμα, κομματάκι, αποσπασματικός, αποσπασματική, τμηματική, αποσπασματικά, αποσπασματικές