Fat στα ελληνικά
Μετάφραση: fat, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πιάτο, βαρέλι, το βαρέλι, κύλινδρο, βαρελιού, κάννη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- fasthet στα ελληνικά - σταθερότητα, σφριγηλότητα, σκληρότητα, αποφασιστικότητα, τη σταθερότητα
- fastland στα ελληνικά - ηπειρωτική χώρα, ηπειρωτική, ηπειρωτικής, την ηπειρωτική, ενδοχώρα
- fatle στα ελληνικά - κούνια, σφενδόνη, σφεντόνα, Sling, αρτάνης, αναρτήρα
- fatte στα ελληνικά - πιάνω, σφίγγω, συλλαμβάνω, αρπακτικός, πιάνοντας, πιάσει, να πιάσει, ...
Τυχαίες λέξεις
Fat στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πιάτο, βαρέλι, το βαρέλι, κύλινδρο, βαρελιού, κάννη
Μεταφράσεις: πιάτο, βαρέλι, το βαρέλι, κύλινδρο, βαρελιού, κάννη