Horn στα ελληνικά

Μετάφραση: horn, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σάλπιγγα, κόρνα, κέρατο, κέρας, κόρνας, κέρατος
Horn στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • hore στα ελληνικά - εταίρα, ιερόδουλη, πόρνη, πατσαβούρα, πουτάνα, πόρνης, η πόρνη, ...
  • horisont στα ελληνικά - ορίζοντας, ορίζοντα, χρονικού ορίζοντα, χρονικό ορίζοντα
  • hornhinne στα ελληνικά - κερατοειδή, κερατοειδούς, κερατοειδή χιτώνα, κερατοειδής, κερατοειδούς χιτώνα
  • hos στα ελληνικά - σε, με, με το, με την, με τις, με τα
Τυχαίες λέξεις
Horn στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σάλπιγγα, κόρνα, κέρατο, κέρας, κόρνας, κέρατος