Knokkel στα ελληνικά

Μετάφραση: knokkel, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κόκαλο, οστό, κόκκαλο, οστών, των οστών
Knokkel στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • kniv στα ελληνικά - μαχαίρι, μαχαιριού, το μαχαίρι, μαχαιριών, λεπίδα
  • knoke στα ελληνικά - άρθρωση, στρώνομαι, άρθρωσης, αρθρώσεων, ακραξόνιο
  • knop στα ελληνικά - κόμβος, φιόγκος, δένω, κόμβων, κόμβους, κόμβοι, κόμποι, ...
  • knopp στα ελληνικά - μπουμπούκι, πρωτοεμφανίζομαι, οφθαλμός, bud, γενέσει, οφθαλμό
Τυχαίες λέξεις
Knokkel στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κόκαλο, οστό, κόκκαλο, οστών, των οστών