Okkupasjon στα ελληνικά

Μετάφραση: okkupasjon, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επάγγελμα, κατάληψη, κατοχή, κατοχής, επαγγέλματος, την εργασία
Okkupasjon στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • og στα ελληνικά - και, και την, και να, και της, και των
  • også στα ελληνικά - επίσης, παρομοίως, και, επίσης να, επίσης και
  • okse στα ελληνικά - βούλα, ταύρος, βόδι, ox, βοδιού, οχ, το βόδι
  • oksekjøtt στα ελληνικά - βοδινό κρέας, βοδινό, βοείου κρέατος, βόειο κρέας, του βοείου
Τυχαίες λέξεις
Okkupasjon στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επάγγελμα, κατάληψη, κατοχή, κατοχής, επαγγέλματος, την εργασία