Røve στα ελληνικά

Μετάφραση: røve, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καραμπίνα, τουφέκι, ξεγυμνώνω, ληστεύω, Rob, ληστέψει, ληστεύουν, ο Rob
Røve στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • rørledning στα ελληνικά - αγωγός, αγωγού, αγωγών, αγωγό, του αγωγού
  • røst στα ελληνικά - φωνή, εκφράζω, φωνής, φωνητικής, φωνητική, τη φωνή
  • røyk στα ελληνικά - καπνίζω, καυσαέριο, καπνός, καπνοί, καπνού, καπνό, καπνιστών τροφίμων, ...
  • røyke στα ελληνικά - καπνίζω, καπνοί, καυσαέριο, καπνός, κάπνισμα, το κάπνισμα, καπνίζοντες, ...
Τυχαίες λέξεις
Røve στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καραμπίνα, τουφέκι, ξεγυμνώνω, ληστεύω, Rob, ληστέψει, ληστεύουν, ο Rob