Ληστεύω στα νορβηγικά

Μετάφραση: ληστεύω, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
røve, rane, rob, plyndre, frarøve
Ληστεύω στα νορβηγικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ληστεύω

ληστεύω λεξικό γλώσσας νορβηγικά, ληστεύω στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • ληστής στα νορβηγικά - ransmann, røver, raneren, raner, røveren, rans
  • ληστεία στα νορβηγικά - overfall, ran, ranet, tyveri, rans
  • λιάζομαι στα νορβηγικά - sole seg, sole, sole deg, å sole seg, koser deg
  • λιανικός στα νορβηγικά - detaljhandel, retail, sluttbruker, person, detalj
Τυχαίες λέξεις
Ληστεύω στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: røve, rane, rob, plyndre, frarøve