Rim στα ελληνικά
Μετάφραση: rim, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παχνιάζομαι, πάχνη, παγωνιά, παγετός, ομοιοκαταληξία, έμμετρο λόγο, ρίμα, έμμετρου λόγου, έμμετρος λόγος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- rikelig στα ελληνικά - άφθονος, αρκετός, πλούσιος, αφθονία, άφθονο, πολλά, πολλές, ...
- riktig στα ελληνικά - αληθής, σωστός, δεξιός, καθωσπρέπει, δικαίωμα, διορθώνω, ευπρεπής, ...
- rime στα ελληνικά - προσιτή, προσιτές, προσιτό, οικονομικά προσιτή, προσιτές τιμές
- rimelig στα ελληνικά - ξανθός, εύσχημος, αληθοφανής, δίκαιος, πανηγύρι, λογικός, εύλογη, ...
Τυχαίες λέξεις
Rim στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παχνιάζομαι, πάχνη, παγωνιά, παγετός, ομοιοκαταληξία, έμμετρο λόγο, ρίμα, έμμετρου λόγου, έμμετρος λόγος
Μεταφράσεις: παχνιάζομαι, πάχνη, παγωνιά, παγετός, ομοιοκαταληξία, έμμετρο λόγο, ρίμα, έμμετρου λόγου, έμμετρος λόγος