Sløv στα ελληνικά
Μετάφραση: sløv, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αμβλύς, απότομος, μουντός, μουχρός, μονοκόμματος, πληκτικός, βαρετός, αμβλύ, αμβλεία, αμβλείας, αμβλέα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- slør στα ελληνικά - πέπλος, πέπλο, πέπλου, το πέπλο, καταπέτασμα, βέλο
- sløsing στα ελληνικά - σπαταλώ, απόβλητα, λύμα, σπατάλη, αποβλήτων, των αποβλήτων, απορριμμάτων, ...
- smak στα ελληνικά - γεύση, χαστούκι, καρπαζιά, απολαμβάνω, γούστο, γεύομαι, χαστουκίζω, ...
- smake στα ελληνικά - γεύομαι, γεύση, γούστο, γεύσης, τη γεύση, προτίμηση
Τυχαίες λέξεις
Sløv στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αμβλύς, απότομος, μουντός, μουχρός, μονοκόμματος, πληκτικός, βαρετός, αμβλύ, αμβλεία, αμβλείας, αμβλέα
Μεταφράσεις: αμβλύς, απότομος, μουντός, μουχρός, μονοκόμματος, πληκτικός, βαρετός, αμβλύ, αμβλεία, αμβλείας, αμβλέα