Aandoen στα ελληνικά
Μετάφραση: aandoen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σαλεύω, παριστάνω, προκαλώ, βάζω, προξενώ, αλλαγή, κρούση, αγγίζω, εφαρμόζω, διακόπτης, επηρεάζω, ορμή, κινώ, κίνηση, σύγκρουση, χρησιμοποιώ, να θέσει σε, να τεθεί σε, να βάλει σε, να βάλει στο, να βάλετε σε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aandienen στα ελληνικά - διαφημίζω, ανακοινώνω, ανακοινώσει, ανακοινώνει, ανακοινώσω, ανακοινώσουμε, ανακοινώνουμε
- aandikken στα ελληνικά - δένω, πυκνώνω, εντείνω, αυξάνω, πήζω, πυκνώσει, πήξει, ...
- aandoening στα ελληνικά - πάθηση, άρρωστος, νόσος, τρυφερότητα, αρρώστια, ασθένεια, συναίσθημα, ...
- aandoenlijk στα ελληνικά - συγκινητικός, συγκινητικώς, συγκινητικά, συγκινητική, μαζί συγκινητικά, μια συγκινητική
Τυχαίες λέξεις
Aandoen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σαλεύω, παριστάνω, προκαλώ, βάζω, προξενώ, αλλαγή, κρούση, αγγίζω, εφαρμόζω, διακόπτης, επηρεάζω, ορμή, κινώ, κίνηση, σύγκρουση, χρησιμοποιώ, να θέσει σε, να τεθεί σε, να βάλει σε, να βάλει στο, να βάλετε σε
Μεταφράσεις: σαλεύω, παριστάνω, προκαλώ, βάζω, προξενώ, αλλαγή, κρούση, αγγίζω, εφαρμόζω, διακόπτης, επηρεάζω, ορμή, κινώ, κίνηση, σύγκρουση, χρησιμοποιώ, να θέσει σε, να τεθεί σε, να βάλει σε, να βάλει στο, να βάλετε σε