Aanduwen στα ελληνικά
Μετάφραση: aanduwen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σπρώξιμο, εξαναγκάζω, σπρώχνω, βία, δύναμη, ώθηση, ώθησης, πάτημα, πίεσης, προώθησης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aanduiding στα ελληνικά - ευρετήριο, ένδειξη, ονομασία, ονομασίας, χαρακτηρισμό, ορισμό, χαρακτηρισμού
- aandurven στα ελληνικά - επιχειρώ, τολμώ, αποτολμώ, τολμούν, τολμήσει, τολμούσε, τολμούν να
- aaneen στα ελληνικά - μαζί, συνάδελφος, τύπος, άντρας, κοινού, από κοινού, καθώς, ...
- aaneenschakelen στα ελληνικά - συνδέω, ενώσετε, συνένωση, συνδέσετε κατά σειρά, συνενώσετε, συνδέονται διαδοχικά
Τυχαίες λέξεις
Aanduwen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σπρώξιμο, εξαναγκάζω, σπρώχνω, βία, δύναμη, ώθηση, ώθησης, πάτημα, πίεσης, προώθησης
Μεταφράσεις: σπρώξιμο, εξαναγκάζω, σπρώχνω, βία, δύναμη, ώθηση, ώθησης, πάτημα, πίεσης, προώθησης