Amorf στα ελληνικά

Μετάφραση: amorf, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άμορφος, άμορφο, άμορφη, άμορφου, άμορφης
Amorf στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ammunitie στα ελληνικά - πυρομαχικά, πυρομαχικών, των πυρομαχικών, τα πυρομαχικά, πολεμοφόδια
  • amnestie στα ελληνικά - αμνηστία, Αμνηστίας, Αμνηστίας για, την αμνηστία, αμνηστεία
  • amortisatie στα ελληνικά - εξαγορά, λύτρωση, αποσβέσεων, απόσβεση, αποσβέσεις, απόσβεσης, εξόφλησης
  • ampel στα ελληνικά - λεπτομερής, διεξοδικός, επαρκής, επαρκώς, άφθονη, άφθονο, άνετο
Τυχαίες λέξεις
Amorf στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άμορφος, άμορφο, άμορφη, άμορφου, άμορφης