Άμορφος στα ολλανδικά

Μετάφραση: άμορφος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
amorf, vormloos, vormloze, vormeloze, vormeloos, woest
Άμορφος στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: άμορφος

άμορφος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, άμορφος στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • άμεσος στα ολλανδικά - spoedeisend, brandend, dringend, urgent, direct, rechtstreeks, directe, ...
  • άμμος στα ολλανδικά - gravel, gruis, grind, steengruis, zand, het zand
  • άμπωτη στα ολλανδικά - eb, ebbe, pitje, ebb, eb-
  • άμυαλος στα ολλανδικά - hersenloos, hersenloze, brainless, hersenlooze, onbezonnen
Τυχαίες λέξεις
Άμορφος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: amorf, vormloos, vormloze, vormeloze, vormeloos, woest