Amuseren στα ελληνικά
Μετάφραση: amuseren, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διασκεδάζω, ψυχαγωγώ, διασκεδάζουν, Amuse, διασκεδάσουν, να διασκεδάσουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- amusant στα ελληνικά - περίεργος, κωμικός, αστείος, διασκεδαστικός, διασκεδαστικό, διασκεδαστική, διασκεδαστικά, ...
- amusement στα ελληνικά - κέφι, διασκέδαση, πλάκα, ψυχαγωγία, ψυχαγωγίας, διασκέδασης, Entertainment
- analfabeet στα ελληνικά - αναλφάβητος, αγράμματος, αναλφάβητοι, αναλφάβητους, αναλφάβητο
- analfabetisch στα ελληνικά - εισπραχθεί προσωρινά,, περαιτέρω ελεύθερα, εισπραχθεί προσωρινά
Τυχαίες λέξεις
Amuseren στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διασκεδάζω, ψυχαγωγώ, διασκεδάζουν, Amuse, διασκεδάσουν, να διασκεδάσουν
Μεταφράσεις: διασκεδάζω, ψυχαγωγώ, διασκεδάζουν, Amuse, διασκεδάσουν, να διασκεδάσουν