Baten στα ελληνικά
Μετάφραση: baten, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αρωγή, βοήθημα, βοηθώ, επικουρία, βοηθός, βοήθεια, υπηρετώ, όφελος, πλεονέκτημα, οφέλους, παροχών, παροχή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bastaard στα ελληνικά - μιγάς, mongrel, ημίαιμοι, ημίαιμους, ακαθόριστης διασταύρωσης
- bastion στα ελληνικά - προμαχώνας, μετερίζι, έπαλξη, προπύργιο, Bastion, προμαχώνα, Το Bastion
- batterij στα ελληνικά - συστοιχία, μπαταρία, μπαταρίας, της μπαταρίας, μπαταριών, συσσωρευτή
- baviaan στα ελληνικά - κυνοπίθηκος, βαβουίνος, μπαμπουϊνο, βαβουίνο, μπαμπουίνου
Τυχαίες λέξεις
Baten στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αρωγή, βοήθημα, βοηθώ, επικουρία, βοηθός, βοήθεια, υπηρετώ, όφελος, πλεονέκτημα, οφέλους, παροχών, παροχή
Μεταφράσεις: αρωγή, βοήθημα, βοηθώ, επικουρία, βοηθός, βοήθεια, υπηρετώ, όφελος, πλεονέκτημα, οφέλους, παροχών, παροχή