Beklag στα ελληνικά

Μετάφραση: beklag, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παράπονο, φροντίδα, πάθηση, κατηγορία, καταγγελία, καταγγελίας, αιτίαση, την καταγγελία
Beklag στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • beklaagde στα ελληνικά - εναγόμενος, κατηγορούμενος, υποπτεύομαι, κατηγορείται, κατηγόρησε, κατηγορούνται, κατηγορηθεί
  • bekladden στα ελληνικά - λεκιάζω, κηλίδα, ρυπαίνω, σπιλώσουν, κηλιδώνω, βεβηλώνω, λερώνω
  • beklagen στα ελληνικά - οίκτος, κρίμα, οίκτο, λυπηρό το γεγονός, λυπηρό το, τον οίκτο
  • beklagenswaardig στα ελληνικά - ελεεινός, πενιχρός, κακόμοιρος, καημένος, οικτρός, φτωχός, αξιολύπητος, ...
Τυχαίες λέξεις
Beklag στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παράπονο, φροντίδα, πάθηση, κατηγορία, καταγγελία, καταγγελίας, αιτίαση, την καταγγελία