Λέξη: κότα
Σχετικές λέξεις: κότα
κότα λυράτη, κότα σούπα, κότα ονειροκρίτης, κότα μπάρου, κότα μιλανέζα, κότα γεμιστή, κότα κουτσαίνει, κότα όνειρο, κότα με ρύζι στο φούρνο, κότα βικιπαίδεια
Συνώνυμα: κότα
όρνιθα, όρνις
Μεταφράσεις: κότα
κότα στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
hen, chicken, goose, a chicken, goose that lays
κότα στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
gallina, la gallina, de gallina, uando, hen
κότα στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
vogelweibchen, huhn, henne, Henne, Huhn, hen, Hühner
κότα στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
poularde, poulet, poule, femelle, poules, de poule, hen
κότα στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
gallina, hen, di gallina, chioccia, uando
κότα στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
frango, galinha, hemisfério, hen, de galinha, da galinha, uando
κότα στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
kip, hen, duivin, kippen, pop
κότα στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
хохлатка, тетерка, куропатка, курица, женщина, кура, курицы, птица, курицу, куриные
κότα στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
høne, hen, høna, hønse
κότα στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
höna, hen, hönan, höns, hona
κότα στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kana, kananliha, hen, kanaa, kanan, kanojen
κότα στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
høne, hønen, hen
κότα στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
slepice, slepičí, hen, Kuřecí, slepici
κότα στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
kura, kurze, hen, kur, kurę
κότα στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
tyúk, hen, tojó, Csirketojások, tyúkra
κότα στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
tavuk, hen, veda, tavuğu, grupla
κότα στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
куріпка, тетерка, куріпок, курка, курица
κότα στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
pulë, femër, ur, hen, klloçka
κότα στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
корица, кокошка, кокоши, кокоше, кокошката, от кокоше
κότα στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
курица, курыца
κότα στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
krabi, emaslind, kana, kana kohta, kanamuna, hen, kanalate
κότα στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
kokos, kokoš, hen, kvočka, kokoši, kokoška
κότα στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hæna, hænan
κότα στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
višta, vištos, vištų, hen, vištą
κότα στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
vista, vistu, vecmeitu, hen, vistas
κότα στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
кокошка, кокошката, носилка, кокошки, кокошка што
κότα στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
găină, gaina, femela, de găină, de gaina
κότα στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
kura, slepice, kokoš, hen, kokoši, nesnic
κότα στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
sliepky, sliepka, slepice