Beschonken στα ελληνικά
Μετάφραση: beschonken, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φέσι, μεθυσμένος, κατάσταση μέθης, σε κατάσταση μέθης, μέθης, μεθυσμένων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- beschikbaar στα ελληνικά - διαθέσιμος, άμεσα διαθέσιμα, άμεσα διαθέσιμες, ευκόλως διαθέσιμα, άμεσα διαθέσιμη, εύκολα διαθέσιμα
- beschikking στα ελληνικά - παραγγέλλω, θεσπίζω, διάταγμα, κανονισμός, εντολή, ρύθμιση, παραγγελία, ...
- beschonkenheid στα ελληνικά - μέθη, δηλητηρίαση, δηλητηρίασης, μέθης, δηλητηρίαση από
- beschot στα ελληνικά - προεδρείο, φάτνωμα, ξύλινη επένδυση, ξύλινο πλαίσιο, καλύπτω εσωτερικώς με σανίδας
Τυχαίες λέξεις
Beschonken στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φέσι, μεθυσμένος, κατάσταση μέθης, σε κατάσταση μέθης, μέθης, μεθυσμένων
Μεταφράσεις: φέσι, μεθυσμένος, κατάσταση μέθης, σε κατάσταση μέθης, μέθης, μεθυσμένων