Bewonderen στα ελληνικά
Μετάφραση: bewonderen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θαυμάζω, θαυμάσετε, θαυμάσει, θαυμάσουν, να θαυμάσετε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bewolkt στα ελληνικά - αυστηρός, σκοτεινός, μελαγχολικός, μπλε, σκούρος, μουχρός, σκληρός, ...
- bewonderaarster στα ελληνικά - θαυμαστής, θαυμαστή, λάτρης, θαυμάστρια, θαυμαστής του
- bewondering στα ελληνικά - εκτίμηση, θαυμασμός, υπόληψη, θαυμασμό, το θαυμασμό, τον θαυμασμό, θαυμασμού
- bewonen στα ελληνικά - καταλαμβάνω, κατοικώ, κατοικούν, κατοικήσουν, ζουν, κατοικούν σε
Τυχαίες λέξεις
Bewonderen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θαυμάζω, θαυμάσετε, θαυμάσει, θαυμάσουν, να θαυμάσετε
Μεταφράσεις: θαυμάζω, θαυμάσετε, θαυμάσει, θαυμάσουν, να θαυμάσετε