Binnengaan στα ελληνικά
Μετάφραση: binnengaan, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
είσοδος, εισέρχομαι, προσπέλαση, μπαίνω, παραδοχή, πρόσβαση, ομολογία, για να εισάγετε, να εισέλθουν, να εισέλθει, να εισάγετε, να εισαγάγετε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- binnenbrengen στα ελληνικά - πιλοτάρω, πιλότος, πιλοτικά, πιλοτικό, πιλοτικών, πιλοτική
- binnendringen στα ελληνικά - διαπερνώ, διεισδύουν, διεισδύσουν, διεισδύσει, διαπεράσει, διαπερνούν
- binnenkomst στα ελληνικά - καταχώρηση, είσοδος, λήμμα, εγγραφή, καταχώριση, έναρξη, εισόδου
- binnenkort στα ελληνικά - σύντομα, σύντομος, έρχεται, έρχονται, προέρχονται, που προέρχονται, επόμενα
Τυχαίες λέξεις
Binnengaan στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: είσοδος, εισέρχομαι, προσπέλαση, μπαίνω, παραδοχή, πρόσβαση, ομολογία, για να εισάγετε, να εισέλθουν, να εισέλθει, να εισάγετε, να εισαγάγετε
Μεταφράσεις: είσοδος, εισέρχομαι, προσπέλαση, μπαίνω, παραδοχή, πρόσβαση, ομολογία, για να εισάγετε, να εισέλθουν, να εισέλθει, να εισάγετε, να εισαγάγετε