Buigbaar στα ελληνικά

Μετάφραση: buigbaar, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εύκαμπτος, ευλύγιστος, ευέλικτος, ευέλικτη, ευέλικτο, εύκαμπτο
Buigbaar στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • buffet στα ελληνικά - σκευοθήκη, σερβάντα, μπουφές, μπουφέ, σε μπουφέ, πρωινού, με μπουφέ
  • bui στα ελληνικά - καπρίτσιο, ορμή, καταιγίδα, θύελλα, καταιγίδας, θύελλας, τη θύελλα
  • buigen στα ελληνικά - καμπυλώνεται, κακοποιός, γέρνω, στροφή, απατεώνας, σκύβω, λυγίζω, ...
  • buiging στα ελληνικά - κάμψη, κάμψης, την κάμψη, κάμψη του, κάμψεως
Τυχαίες λέξεις
Buigbaar στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εύκαμπτος, ευλύγιστος, ευέλικτος, ευέλικτη, ευέλικτο, εύκαμπτο