Buik στα ελληνικά
Μετάφραση: buik, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κοιλιά, στομάχι, συντεχνία, κοιλιάς, της κοιλιάς, την κοιλιά, κοιλιά της
Μεταφράσεις
- buiging στα ελληνικά - κάμψη, κάμψης, την κάμψη, κάμψη του, κάμψεως
- buigzaam στα ελληνικά - εύκαμπτος, ευλύγιστος, εύπλαστος, εύκαμπτο, εύκαμπτη, εύπλαστο
- buikloop στα ελληνικά - διάρροια, διάρροιας, η διάρροια, τη διάρροια, της διάρροιας
- buis στα ελληνικά - σωλήνωση, πίπα, αυλός, σωρός, στοιβάδα, σωλήνας, σωληνάριο, ...
Τυχαίες λέξεις
Buik στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κοιλιά, στομάχι, συντεχνία, κοιλιάς, της κοιλιάς, την κοιλιά, κοιλιά της
Μεταφράσεις: κοιλιά, στομάχι, συντεχνία, κοιλιάς, της κοιλιάς, την κοιλιά, κοιλιά της