Choken στα ελληνικά

Μετάφραση: choken, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φλομώνω, στραγγαλίζω, εμφράκτης, τσοκ, πνίξει, στραγγαλιστικό πηνίο, του τσοκ
Choken στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • chocola στα ελληνικά - σοκολάτα, σοκολάτας, τη σοκολάτα, της σοκολάτας, η σοκολάτα
  • chocolade στα ελληνικά - σοκολάτα, σοκολάτας, τη σοκολάτα, της σοκολάτας, η σοκολάτα
  • choqueren στα ελληνικά - κραδασμός, σοκ, κρούση, σκανδαλίζω, σκανδαλίζουν, σκανδαλίσει, σκανδαλίζουν την, ...
  • chroniqueur στα ελληνικά - χρονικογράφος, χρονογράφος, χρονογράφο, χρονικογράφο, χρονογράφου
Τυχαίες λέξεις
Choken στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φλομώνω, στραγγαλίζω, εμφράκτης, τσοκ, πνίξει, στραγγαλιστικό πηνίο, του τσοκ