Compromis στα ελληνικά
Μετάφραση: compromis, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συμβιβασμός, διακυβεύω, συμβιβάζω, συμβιβασμό, συμβιβασμού, συμβιβαστική, συμβιβαστική λύση
Μεταφράσεις
- compositie στα ελληνικά - έκθεση, σύνθεση, σύνθεσης, συνθέσεως, σύνθεση που, σύσταση
- comprimeren στα ελληνικά - συμπιέζω, πατικώνω, κομπρέσα, συμπιέσει, τη συμπίεση, συμπιέσετε, συμπιέζει
- computer στα ελληνικά - υπολογιστής, υπολογιστή, υπολογιστών, τον υπολογιστή, του υπολογιστή
- computerprogramma στα ελληνικά - υπολογιστή, υπολογιστής, υπολογιστών, τον υπολογιστή, του υπολογιστή
Τυχαίες λέξεις
Compromis στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συμβιβασμός, διακυβεύω, συμβιβάζω, συμβιβασμό, συμβιβασμού, συμβιβαστική, συμβιβαστική λύση
Μεταφράσεις: συμβιβασμός, διακυβεύω, συμβιβάζω, συμβιβασμό, συμβιβασμού, συμβιβαστική, συμβιβαστική λύση