Couplet στα ελληνικά

Μετάφραση: couplet, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στίχος, στροφή, stanza, στροφή που, τη στροφή, stanza Σας
Couplet στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • corrosie στα ελληνικά - διάβρωση, στη διάβρωση, διάβρωσης, τη διάβρωση, της διάβρωσης
  • corruptie στα ελληνικά - διαφθορά, ξεμαύλισμα, μαύλισμα, εκμαυλισμός, δωροδοκία, διαφθοράς, της διαφθοράς, ...
  • coupon στα ελληνικά - κουπόνι, τοκομερίδιο, κουπονιού, τοκομεριδίου, τοκομεριδίων
  • coupé στα ελληνικά - μέρος, διαμέρισμα, διαμερίσματος, θαλάμου, θάλαμο, θήκη
Τυχαίες λέξεις
Couplet στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στίχος, στροφή, stanza, στροφή που, τη στροφή, stanza Σας