Dalen στα ελληνικά
Μετάφραση: dalen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μαρασμός, κλίνω, μείωση, ξεπεσμός, προσγειώνω, προσγειώνομαι, έδαφος, ελαττώνομαι, πτώση, εμπίπτουν, εμπίπτει, πέσει, πέφτουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dakraam στα ελληνικά - φεγγίτης, φωταγωγός, φεγγίτη, skylight, φεγγίτες
- dal στα ελληνικά - κοιλάδα, Valley, κοιλάδας, κοιλάδα του, πεδιάδα
- daling στα ελληνικά - προσγείωση, πλατύσκαλο, μείωση, πτώση, πέσει, drop, ρίξει, ...
- dam στα ελληνικά - φράγμα, ρήγας, φραγμός, τάφρος, βασιλιάς, βασίλισσα, φράγματος, ...
Τυχαίες λέξεις
Dalen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μαρασμός, κλίνω, μείωση, ξεπεσμός, προσγειώνω, προσγειώνομαι, έδαφος, ελαττώνομαι, πτώση, εμπίπτουν, εμπίπτει, πέσει, πέφτουν
Μεταφράσεις: μαρασμός, κλίνω, μείωση, ξεπεσμός, προσγειώνω, προσγειώνομαι, έδαφος, ελαττώνομαι, πτώση, εμπίπτουν, εμπίπτει, πέσει, πέφτουν