Essence στα ελληνικά

Μετάφραση: essence, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ουσία, ουσίαν, ουσιαστικά
Essence στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • esp στα ελληνικά - λεύκη, τρομώδης, Aspen, λεύκα, Άσπεν, αγριόλευκας
  • essay στα ελληνικά - έκθεση, δοκίμια, δοκίμιο, πραγματεία, Δοκίμιο, Δοκιμίου, Έκθεσης
  • essentie στα ελληνικά - πυρήνας, ουσία, σάρκα, κρέας, ψίχα, πράξη, μυελός, ...
  • essentieel στα ελληνικά - ζωτικός, απαραίτητος, ουσιώδης, ουσιωδών, απαραίτητο, ουσιώδη, απαραίτητη
Τυχαίες λέξεις
Essence στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ουσία, ουσίαν, ουσιαστικά