Fatsoenlijk στα ελληνικά
Μετάφραση: fatsoenlijk, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πρέπων, κατάλληλος, εύσχημος, καθωσπρέπει, ευπρεπής, σωστός, βολικός, πρόσφορος, αξιοπρεπή, αξιοπρεπής, αξιοπρεπείς, αξιοπρεπές, αξιοπρεπούς
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- fatsoen στα ελληνικά - φρονιμάδα, ευπρέπεια, ευπρέπειας, την ευπρέπεια
- fatsoeneren στα ελληνικά - μόδα, μόδας, τρόπο, της μόδας, τη μόδα
- fauteuil στα ελληνικά - πολυθρόνα, καθίσματα, πολυθρόνας, καρέκλα, πολυθρόνες
- fax στα ελληνικά - πανομοιότυπο, φαξ
Τυχαίες λέξεις
Fatsoenlijk στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πρέπων, κατάλληλος, εύσχημος, καθωσπρέπει, ευπρεπής, σωστός, βολικός, πρόσφορος, αξιοπρεπή, αξιοπρεπής, αξιοπρεπείς, αξιοπρεπές, αξιοπρεπούς
Μεταφράσεις: πρέπων, κατάλληλος, εύσχημος, καθωσπρέπει, ευπρεπής, σωστός, βολικός, πρόσφορος, αξιοπρεπή, αξιοπρεπής, αξιοπρεπείς, αξιοπρεπές, αξιοπρεπούς